Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2018

Η ΦΩΝΗ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟ - II/III - ΑΒΕΒΑΙΗ ΘΕΑ



Η Φεβρωνία έβγαλε το μαντήλι από την γυαλιστερή του τσάντα και το χάζεψε. Σαν να είχε μια άλλη απόχρωση τώρα, χωρίς τους πολυελαίους  του καταστήματος. Ναι, ήταν σίγουρα πιο γήινο, πιο αληθινό. Στεκόταν όρθια στην ανοιχτή πόρτα του σαλονιού. Ήταν το πιο φωτεινό σημείο του σπιτιού, ειδικά αυτήν την ώρα που ο ήλιος αγκάλιαζε το δωμάτιο. Το απαλό αεράκι του απογεύματος ανέμιζε την μπεζ κουρτίνα. Έφτιαξε μια δροσερή λεμονάδα, έβαλε μπόλικο πάγο, φόρεσε ένα φόρεμα με φαρδιές τιράντες, που χαιρόταν που της έκανε ακόμα, και βγήκε στη βεράντα. Ήπιε μια γενναία γουλιά και χάζεψε έξω την πόλη. Της έμοιαζε ασυντόνιστη, σαν να μην είχαν συγχρονιστεί όλα τα όργανα σε ένα κονσέρτο, σαν να ακουγόταν ένα φάλτσο από μια χορωδία. Τώρα που το καλοσκεφτόταν, κάπως έτσι ένιωθε κι η ίδια τον τελευταίο καιρό.
Το σπίτι ήταν στον τελευταίο όροφο μια πολυκατοικίας με άλλους δώδεκα. Ήταν μικρό και παλιό, με σκουριασμένους σωλήνες και συχνά βραχυκυκλώματα, αλλά δεν την πείραζε καθόλου.  To χαμηλό νοίκι και η τεράστια βεράντα ήταν αρκετά για να την κάνουν να το αγαπήσει. Το μαντήλι το είχε ακόμα στα χέρια της. Την έπειθε ότι, αν το κοίταζε και συγκεντρωνόταν στο μεγάλο πράσινο φύλλο στο κέντρο, θα μπορούσε να νιώσει εκείνο το φωτεινό κέντρο βάρους της, τότε που η Μαύκα της είχε δώσει την αυτοκυριαρχία μέσα από τη φωνή της. 

Η Φεβρωνία δεν καταλάβαινε γιατί ήταν τόσο δύσκολο για τους άλλους να ακούσουν τη φωνή της γάτας. Η ίδια την άκουγε πεντακάθαρα. Κι όσο περνούσε ο καιρός δεν ήταν μόνο η φωνή της επικοινωνίας της  αλλά και η φωνή της συνείδησής της. Θα τη συμβούλευε τι να κάνει, πώς να χειριστεί την ενήλικη ζωή, που διαγραφόταν ιδιαίτερα πολύπλοκη. Οι μεγάλοι δεν την πίστευαν. Τα πρώτα τεστ και εξετάσεις πολλαπλασιάστηκαν μαζί με τις αγωγές χαπιών και θεραπείες. Η Φεβρωνία άκουγε τη γάτα που της ψιθύριζε να μην παίρνει τίποτα από όλα αυτά. Οι δυο τους είχαν γίνει ένα εναντίον όλων όσων κοιτούσαν τη Μαύκα επιφυλακτικά. Στο πανεπιστήμιο δυσκολευόταν να παρακολουθήσει τα μαθήματα και τα παράτησε στο δεύτερο έτος. Η Μαύκα δεν την είχε πιέσει ιδιαίτερα να το προσπαθήσει έτσι κι αλλιώς. Τα τεστ σταμάτησαν ξαφνικά με τους γονείς της αποκαρδιωμένους. Νοίκιασε με το επίδομα που της έδινε η πρόνοια το μικρό σπίτι αυτό και ξεκίνησε να δουλεύει για λίγες ώρες σε ένα εργοστάσιο που έφτιαχνε ομπρέλες λίγο έξω από το κέντρο. Η Μαύκα ήταν πάντα μαζί της, παρά τα σχόλια και τα περίεργα βλέμματα. Τη βοηθούσε όσο μπορούσε να μη νιώθει αφόρητη μοναξιά ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους. Έλιωσε ο πάγος στη λεμονάδα. Έσφιξε το μαντήλι στα χέρια της.

THE VOICE UNDER THE LEAF - II/III - UNCERTAIN VIEW


Fevronia took the scarf out of its shiny bag and stared at it. It looked as if it had another hue now, far away from the store’s chandeliers. It was definitely more natural, more real. She stood still by the open living room’s door. It was the most sun lit spot of the house, especially at this hour when the sun embraced the room. The afternoon breeze moved gently the off- white curtain. She made a cold lemonade with extra ice, she put on a dress with wide straps that still fitted her and walked out to the balcony. She took a long sip and gazed at the city. It looked a bit out of tune, as if the musical instruments had not been synchronized in a concert, as if someone was out of tune in a choir. Now that she thought about it, she was feeling the same more or less.
The flat was at the last floor of a block with twelve more. It was small and old, with rusty pipes and it often had blackouts, but she didn’t mind at all. The low rent and the big balcony were enough for her to love it. She still held the scarf. It convinced her that, if she focused on the big green leaf in the center, she could be able to feel her center of gravity back when Mafka had given her self-control through her voice.

Fevronia could not understand why it was so hard for the others to hear the cat’s voice. She herself could hear it crystal clear. And as time went by, it was not only the voice of her communication but also the voice of her consciousness. It would advise her what to do, how to handle the adult life that seemed so complicated. The grown- ups did not believe her. They multiplied the tests and the check- ups and so did the medication and the remedies. Fevronia listened to the cat who told her not to take any of these. The two of them were one against everyone who saw Mafka with suspicion. She found it hard to keep up at the university and she dropped out on the second year. Mafka was not so eager to give it a try anyway. The tests suddenly stopped, leaving her parents broken hearted. She rented this flat with the money that the welfare gave her and she started working part time in an umbrella factory just outside the city center. Mafka was always with her despite the gossip and the funny looks. The cat helped her, as much as it could, not to feel that lonely among so many people. The ice melted. She held the scarf really tight in her fist.